Η γυναικεία εικόνα ως πεδίο εξουσίας και κοινωνικής ταπείνωσης

4 Ελάχιστη ανάγνωση

Γράφει η Ελπίδα Κοντομάρου, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, MSc Ψυχική Υγεία Εφήβων Γνωσιακή – Συμπεριφορική Προσέγγιση (CBT) 

Το πρόσφατο περιστατικό στα καλλιστεία Miss Universe, με τη δημόσια επίπληξη προς τη Μις Μεξικό από τον πρόεδρο του διαγωνισμού, δεν είναι απλώς ένα στιγμιότυπο του κόσμου της ψυχαγωγίας. Είναι ένα καθρέφτισμα της δυναμικής της εξουσίας, της δημόσιας ταπείνωσης, αλλά και των βαθιά ριζωμένων στερεοτύπων που συνοδεύουν τον χώρο της ομορφιάς.

Για δεκαετίες, τα καλλιστεία λειτουργούν ως σκηνή όπου η γυναίκα αξιολογείται πρωτίστως για την εικόνα της και λιγότερο για τη φωνή, τη σκέψη ή την προσωπικότητά της. Το στερεότυπο της “όμορφης αλλά αφελούς” γυναίκας εξακολουθεί να πλανάται, καθώς πρόκειται για μια πολιτισμική προκατάληψη που υπονομεύει την ανθρώπινη αξία πίσω από το πρόσωπο. Όταν αυτό το στερεότυπο συναντά την εξουσία, η δημόσια ταπείνωση μετατρέπεται σε θέαμα, μια μορφή κοινωνικού ελέγχου που πλήττει βαθιά την αυτοεκτίμηση (Fiske & Taylor, 2021).

Η δημόσια επίπληξη προς τη Μις Μεξικό δεν είναι πράξη πειθαρχίας, αλλά ψυχολογικής επιβολής μέσα από την έκθεση. Η ντροπή, όπως εξηγεί η Brené Brown (2018), είναι ένα από τα πιο ισχυρά συναισθήματα που περιορίζουν την ανθρώπινη αυθεντικότητα. Συγκεκριμένα, όταν ένα άτομο εκτίθεται δημόσια, η ντροπή μετατρέπεται σε τραύμα προκαλώντας απώλεια ελέγχου και βαθύ φόβο αποδοκιμασίας.

Η γυναίκα που τόλμησε να υπερασπιστεί τον εαυτό της επικρίθηκε όχι για τη στάση της, αλλά για το θάρρος της. Σε ένα περιβάλλον όπου η εικόνα υπερισχύει της ουσίας, η φωνή της γυναίκας σιγάζεται με ευγένεια, αλλά σιωπά με πόνο. Η δημόσια συγγνώμη που ακολούθησε, από τον πρόεδρο του διαγωνισμού, όσο συναισθηματική κι αν φάνηκε, αντανακλά αυτό που οι Tavris και Aronson (2007) αποκαλούν «δικαίωση του εαυτού», δηλαδή μια ψυχολογική ανάγκη να αποκαταστήσουμε την εικόνα μας όταν έχει πληγεί, χωρίς να έχουμε αναλάβει πλήρως την ευθύνη. Η συγκίνηση μπορεί να είναι αυθεντική, όμως δεν θεραπεύει το τραύμα που προηγήθηκε. Η δημόσια ταπείνωση αφήνει πίσω της ένα αποτύπωμα φόβου, μια εσωτερική φωνή που ψιθυρίζει: «μη μιλήσεις ξανά».

Η στάση των άλλων διαγωνιζομένων και ιδιαίτερα της Βικτόρια Θίλβινγκ που αποχώρησε από τη σκηνή, λειτούργησε ως πράξη συλλογικής ενδυνάμωσης. Στην ψυχολογία της ομάδας, η αλληλεγγύη αποτελεί αντίβαρο στη ντροπή και αναδομεί το αίσθημα της ασφάλειας (Bandura, 1997, Southwick & Charney, 2018). Όταν ένα άτομο υψώνει τη φωνή του απέναντι στην αδικία, ενεργοποιεί την εσωτερική δύναμη των άλλων. Εκεί, μέσα στη σιωπή μιας αίθουσας γεννιέται κάτι βαθύτερο, η αξιοπρέπεια της συνείδησης. Το περιστατικό αυτό φέρνει στο φως μια ευρύτερη αλήθεια, η κοινωνία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την ομορφιά με καχυποψία και τη γυναίκα μέσα από τον φακό της σύγκρισης και της συμμόρφωσης.

Η εσωτερίκευση αυτών των στερεοτύπων έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζει αρνητικά την αυτοεικόνα και την ψυχική υγεία των γυναικών (Szymanski & Feltman, 2015). Η ψυχική ανθεκτικότητα, ωστόσο, δεν είναι απλώς η ικανότητα να αντέχεις, είναι η δύναμη να επαναπροσδιορίζεις την αξία σου πέρα από τα βλέμματα των άλλων. Η πραγματική ομορφιά δεν βρίσκεται στην εικόνα, αλλά στην ικανότητα του ανθρώπου να παραμένει αυθεντικός και ευγενής ακόμη και μέσα σε προσβλητικές συμπεριφορές.

Εν κατακλείδι, η συγγνώμη αποτελεί ένα πρώτο βήμα, αλλά η αλλαγή συμπεριφοράς είναι η απόδειξη της ειλικρίνειας. Η ενσυναίσθηση, όπως τονίζει ο Gilbert (2020), είναι το μόνο αντίδοτο στην ψυχολογική βία και ίσως, όπως δείχνουν οι έρευνες για την ανθεκτικότητα (Southwick & Charney, 2018), η πραγματική δύναμη δεν είναι απλώς η απουσία του πόνου, αλλά η ικανότητα να βρίσκεις νόημα και αξιοπρέπεια μέσα σε αυτόν.

Κοινοποίηση αυτού του άρθρου