Γράφει η Ελπίδα Κοντομάρου, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, MSc Ψυχική Υγεία Εφήβων Γνωσιακή – Συμπεριφορική Προσέγγιση (CBT)
Η εφηβεία είναι μια περίοδος έντονων αλλαγών και διαμόρφωσης της προσωπικότητας. Οι νέοι αναζητούν ποιοι είναι και πού ανήκουν, ενώ ταυτόχρονα εκτίθενται σε κοινωνικές πιέσεις και διαφορετικά πρότυπα. Για τους εφήβους που ανήκουν σε μειονοτικές ομάδες πολιτισμικές, εθνοτικές, θρησκευτικές ή κοινωνικοοικονομικές η αναζήτηση αυτή συχνά συνοδεύεται από πρόσθετες δυσκολίες. Η εμπειρία του αποκλεισμού, οι προκαταλήψεις ή ακόμα και οι μικροεπιθετικότητες που δέχονται καθημερινά μπορεί να επιβαρύνουν σημαντικά την ψυχική τους υγεία.
Σε αυτό το πλαίσιο, η οικογένεια παίζει τον πιο καθοριστικό ρόλο. Η ύπαρξη ενός σταθερού και αποδεκτικού οικογενειακού περιβάλλοντος μπορεί να λειτουργήσει ως «ασπίδα» απέναντι στις προκλήσεις της κοινωνίας. Έρευνες δείχνουν ότι οι έφηβοι που αισθάνονται αποδοχή από τους γονείς τους εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, καθώς και υψηλότερη αυτοεκτίμηση. Παράλληλα, είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν ανθεκτικότητα και να προσαρμόζονται καλύτερα σε δύσκολες κοινωνικές συνθήκες (Ryan et al., 2010· Iyer et al., 2025).
Αντίθετα, η απόρριψη ή η αδιαφορία από την οικογένεια συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο κοινωνικής απομόνωσης, σχολικής διαρροής, χρήσης ουσιών και αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών. Οι έφηβοι που δεν βρίσκουν κατανόηση στο σπίτι συχνά αναζητούν αποδοχή σε παρέες ή διαδικτυακές κοινότητες, οι οποίες δεν είναι πάντα ασφαλείς (Perry et al., 2025). Αυτό δείχνει πως η οικογένεια δεν είναι απλώς ένα υποστηρικτικό πλαίσιο, αλλά το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται η ψυχική ανθεκτικότητα και η κοινωνική προσαρμογή.
Επιπλέον, οι έφηβοι από μεταναστευτικές ή εθνοτικές μειονότητες συχνά βιώνουν μια «διπλή ταυτότητα»: από τη μία διατηρούν τα πολιτισμικά στοιχεία της οικογένειας και από την άλλη προσπαθούν να ενταχθούν στη χώρα υποδοχής. Όταν οι γονείς ενισχύουν την πολιτισμική περηφάνεια και ενθαρρύνουν την ανοιχτή συζήτηση γύρω από τις δυσκολίες ένταξης, οι έφηβοι αισθάνονται πιο δυνατοί και λιγότερο ευάλωτοι στις διακρίσεις (Kiang et al., 2022).
Η σημασία της οικογενειακής δυναμικής επεκτείνεται επίσης σε ζητήματα κοινωνικοοικονομικής ανισότητας. Έφηβοι που μεγαλώνουν σε περιβάλλοντα οικονομικής ανασφάλειας εκτίθενται σε στρες και ανασφάλεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η στήριξη και η συναισθηματική διαθεσιμότητα των γονέων μπορούν να μετριάσουν τις συνέπειες της οικονομικής πίεσης και να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα. Η μελέτη του Wickham και των συνεργατών (2017) έδειξε ότι η μετάβαση μιας οικογένειας στη φτώχεια συνδέεται με σημαντική επιδείνωση της ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων ωστόσο, η ύπαρξη υποστηρικτικού οικογενειακού περιβάλλοντος λειτουργεί προστατευτικά απέναντι στις αρνητικές συνέπειες.
Η βιβλιογραφία αναδεικνύει ακόμη ότι οι γονείς χρειάζονται οι ίδιοι υποστήριξη και εκπαίδευση. Η πρόσβαση σε προγράμματα γονεϊκής ενδυνάμωσης και ενημέρωσης γύρω από τη διαφορετικότητα είτε αφορά τη γλώσσα, τον πολιτισμό, τη θρησκεία ή άλλες ταυτότητες βοηθά τις οικογένειες να αναπτύξουν δεξιότητες αποδοχής και αποτελεσματικής επικοινωνίας. Έτσι, μειώνονται οι συγκρούσεις και ενισχύεται η ψυχική ευημερία των εφήβων (Myall & Scott, 2024).
Συνοψίζοντας, η οικογενειακή υποστήριξη είναι θεμέλιος λίθος για την ψυχική υγεία των εφήβων που ανήκουν σε μειονοτικές ταυτότητες. Μέσα από την αποδοχή, την ανοιχτή επικοινωνία και την ενσυναίσθηση, οι γονείς μπορούν να θωρακίσουν τα παιδιά τους απέναντι στις κοινωνικές ανισότητες και να τα βοηθήσουν να αναπτυχθούν σε ενήλικες με αυτοπεποίθηση, ανθεκτικότητα και υγιή κοινωνική ένταξη.