Όταν το δικαίωμα στη μόρφωση γίνεται αγώνας. Η καθημερινή μάχη για την εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία στην Ελλάδα

5 Ελάχιστη ανάγνωση

Γράφει η Ελπίδα Κοντομάρου, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, MSc Ψυχική Υγεία Εφήβων Γνωσιακή – Συμπεριφορική Προσέγγιση (CBT) 

Η γέννηση ενός παιδιού με αναπηρία φέρνει μαζί της έναν κυκεώνα συναισθημάτων: αγάπης αλλά και ανησυχίας, δύναμης αλλά και εξουθένωσης. Για τους γονείς στην Ελλάδα, η καθημερινότητα με ένα παιδί με αναπηρία σημαίνει συνεχή αγώνα για να εξασφαλίσουν τα αυτονόητα: πρόσβαση στην εκπαίδευση, συμμετοχή στην κοινωνική ζωή, στήριξη από το κράτος. Η πραγματικότητα δείχνει πως η φωνή τους, αν και δυνατή, συχνά χάνεται μέσα σε ένα πλέγμα εμποδίων, γραφειοκρατίας και ελλείψεων.

Έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα αναδεικνύουν το τεράστιο ψυχολογικό βάρος που σηκώνουν οι γονείς. Ο Μήλος (2025) έδειξε ότι τα επίπεδα άγχους τους είναι σημαντικά υψηλότερα από τον γενικό πληθυσμό και συνδέονται με χαμηλότερη ικανοποίηση από τη ζωή. Παράλληλα, η Ταζέ (2025) κατέγραψε την έντονη αγωνία των γονιών για το μέλλον, ιδιαίτερα για τη μετάβαση των παιδιών με νοητική αναπηρία στην ενήλικη ζωή, όπου οι δομές υποστηριζόμενης διαβίωσης είναι ελάχιστες και οι ευκαιρίες κοινωνικής ένταξης σχεδόν ανύπαρκτες. Την ίδια στιγμή, η μελέτη του Κούρια (2025) ανέδειξε ότι η κοινωνική υποστήριξη, μέσα από δίκτυα γονέων ή συλλόγους, μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την οικογενειακή ποιότητα ζωής· ωστόσο, η διαθεσιμότητα τέτοιων δομών είναι άνιση ανά την Ελλάδα, αφήνοντας πολλές οικογένειες εκτός.

Το σχολείο, που θα έπρεπε να είναι ο χώρος ισότητας και αποδοχής, συχνά μετατρέπεται σε πεδίο αποκλεισμού. Πολλά κτίρια εξακολουθούν να μην διαθέτουν ράμπες, ανελκυστήρες ή κατάλληλες αίθουσες, με αποτέλεσμα παιδιά σε αναπηρικό αμαξίδιο να μην έχουν πρόσβαση στη μάθηση με ίσους όρους. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι ίδιοι οι γονείς μεταφέρουν τα παιδιά τους στα χέρια για να ανέβουν σκάλες, μια πράξη αγάπης που όμως δεν θα έπρεπε να απαιτείται σε μια χώρα που έχει θεσμοθετήσει την ένταξη των παιδιών με αναπηρία στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η πραγματικότητα αυτή αποτελεί ουσιαστικά καταπάτηση δικαιωμάτων και όχι απλώς έλλειψη υποδομών.

Αντίστοιχα σοβαρό είναι το ζήτημα της μεταφοράς. Κάθε Σεπτέμβριο, η έναρξη της σχολικής χρονιάς συνοδεύεται από καθυστερήσεις στη λειτουργία των ειδικών δρομολογίων που οργανώνουν οι Δήμοι και οι Περιφέρειες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλά παιδιά με αναπηρία να χάνουν εβδομάδες μαθημάτων, ενώ οι οικογένειες αναγκάζονται είτε να καλύψουν μόνες τους το κόστος μετακίνησης είτε να προσαρμόσουν την εργασία τους για να μεταφέρουν οι ίδιοι τα παιδιά στο σχολείο. Όταν τελικά τα δρομολόγια ξεκινήσουν, συχνά τα λεωφορεία δεν είναι εξοπλισμένα με ράμπες ή ζώνες ασφαλείας για αμαξίδια, περιορίζοντας εκ νέου την ισότιμη συμμετοχή.

Οι διεθνείς εμπειρίες δείχνουν ότι υπάρχουν λύσεις. Στη Σουηδία, όπως αναφέρουν οι Hreinsdóttir & Lecusay (2025), η προσβασιμότητα στα σχολεία και η ενεργή συμμετοχή των γονιών στην εκπαιδευτική διαδικασία μειώνουν το στρες και ενισχύουν την ποιότητα ζωής. Στη Βραζιλία, σύμφωνα με τους Pereira και συνεργάτες (2025), τα δίκτυα κοινωνικής υποστήριξης ενισχύουν την ψυχική ανθεκτικότητα των γονιών παιδιών με ειδικές ανάγκες. Αντίθετα, σε χώρες με περιορισμένες υποδομές, όπως η Ουκρανία (Pudenko, 2025) και η Τουρκία (Güler, 2025), η εικόνα μοιάζει με την ελληνική: ελλείψεις σε προσβάσιμα σχολεία και μέσα μεταφοράς που οδηγούν σε συστηματικό αποκλεισμό.

Το μήνυμα που προκύπτει είναι ξεκάθαρο: οι γονείς δεν ζητούν προνόμια, αλλά δικαιοσύνη. Ζητούν σχολεία προσβάσιμα, με κατάλληλες υποδομές και εκπαιδευτικό προσωπικό που κατανοεί τις ανάγκες όλων των παιδιών. Ζητούν αξιόπιστη, ασφαλή και έγκαιρη μεταφορά, χωρίς γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και πρόχειρες λύσεις. Ζητούν κοινωνική στήριξη, ώστε να μην επωμίζονται μόνοι τους το βάρος μιας καθημερινότητας γεμάτης δυσκολίες.

Η φωνή των γονιών είναι φωνή δικαιωμάτων. Κάθε μέρα που ένα παιδί μένει εκτός σχολείου επειδή δεν υπάρχει ράμπα ή λεωφορείο, η κοινωνία μας αποτυγχάνει. Αν θέλουμε μια πραγματικά συμπεριληπτική Ελλάδα, το πρώτο βήμα πρέπει να γίνει από εκεί: από την εκπαίδευση, την προσβασιμότητα και τη στήριξη των οικογενειών. Γιατί ένα σχολείο χωρίς εμπόδια είναι η αρχή μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς.

Κοινοποίηση αυτού του άρθρου